Η τεχνολογία της πληροφορίας και της επικοινωνίας στην εποχή μας βρίσκεται στο ζενίθ της. Το διαδίκτυο, έχει εισχωρήσει πλέον στην καθημερινότητά μας, στις δουλειές μας, στα σπίτια μας, στα κινητά μας τηλέφωνα. Δεν υπάρχει καμία απολύτως ενέργεια που να μη σχετίζεται πλέον με αυτό. Και ενώ ομολογουμένως η ζωή των ανθρώπων έγινε ευκολότερη και οι δυνατότητες και οι ευκαιρίες για τον καθένα πολλαπλασιάστηκαν, το έγκλημα δεν θα μπορούσε να μη παρεισφρήσει και σε αυτή την καινούργια πραγματικότητα.

Σύμφωνα με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, ως ηλεκτρονικό έγκλημα θεωρούνται οι αξιόποινες εγκληματικές πράξεις που τελούνται με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων και τιμωρούνται με συγκεκριμένες ποινές από την ελληνική νομοθεσία.

Ο βασικός διαχωρισμός των ηλεκτρονικών εγκλημάτων γίνεται ανάμεσα σε αυτά που τελούνται με τη χρήση  ηλεκτρονικών υπολογιστών (computer crimes) και σε όσα τελούνται μέσω του διαδικτύου, τα λεγόμενα κυβερνοεγκλήματα (cyber crimes). Για τα εγκλήματα που τελούνται με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών (computer crimes) η ελληνική ποινική νομοθεσία τιμωρεί την παράνομη αντιγραφή απορρήτων δεδομένων, την παράνομη χρήση ή πρόσβαση σε προγράμματα ή στοιχεία ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπου περιλαμβάνεται και το hacking και την απάτη με υπολογιστή.  Στο βαθμό που τα εγκλήματα αυτά διαπράττονται και σε περιβάλλον διαδικτύου (κυβερνοεγκλήματα), τότε η ίδια νομοθεσία εφαρμόζεται και στις συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Ωστόσο, το κυβερνοέγκλημα μπορεί να πάρει πάρα πολλές μορφές και διαστάσεις όπως απάτες μέσω διαδικτύου, παιδική πορνογραφία, cracking, hacking, διακίνηση ή πειρατεία  λογισμικού, εγκλήματα σχετικά με πιστωτικές κάρτες, διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, καθώς και εγκλήματα στα chat rooms.

Τέλος, πολλά γνωστά εγκλήματα, όταν διαπράττονται μέσω διαδικτύου, διώκονται με βάση τις υπάρχουσες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, όπως η εξύβριση, η εκβίαση και η δυσφήμηση, απλή και συκοφαντική.

Το έγκλημα στον κυβερνοχώρο είναι γρήγορο, μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε είναι συνδεδεμένος στο διαδίκτυο, ενώ είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί από και προς οποιοδήποτε σημείο στον πλανήτη.

Στο διαδίκτυο υπάρχει, φαινομενικά κάποιες φορές, μια σχετική ανωνυμία. Αυτό σημαίνει ότι για να διαπιστωθεί ο τόπος και η ταυτότητα κάποιου εγκληματία, απαιτείται όχι μόνο ιδιαίτερα ακριβός εξοπλισμός και γνώσεις, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις αίτημα δικαστικής συνδρομής. Η Ελληνική Αστυνομία συνεργάζεται με διάφορες οργανώσεις αλλά και συναρμόδιους φορείς, όπως η Europol, η Interpol, και μέσω αυτής με τις αρχές διαφόρων κρατών.  

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ελληνική νομοθεσία δεν υπάρχει νόμος που να αναφέρεται αποκλειστικά σε θέματα Διαδικτύου και να ρυθμίζει τη συμπεριφορά των χρηστών του Διαδικτύου. Για το λόγο αυτό, οι διατάξεις του Ποινικού Δικαίου δανείζονται για να ρυθμίσουν τις συμπεριφορές, τις πράξεις και τις ενέργειες των χρηστών των υπολογιστών όταν αυτές είναι ποινικά κολάσιμες.

Ως ειδικότερο ζήτημα ποινικού δικαίου λοιπόν και με δεδομένη την ενασχόλησή μας με αυτό, το ηλεκτρονικό έγκλημα αριθμεί πολλές υποθέσεις τις οποίες έχουμε διαχειριστεί. Πελάτες απευθύνθηκαν σε εμάς για εγκλήματα όπως προσβολή της τιμής και της υπόληψής μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, προσωπικά δεδομένα, απάτη με υπολογιστή, απάτη με πιστωτική κάρτα κλπ. Σε όλες τις υποθέσεις που διαχειριστήκαμε έως τώρα, με την συνδρομή και των αντίστοιχων υπηρεσιών  με τις οποίες διατηρούμε άριστη επαφή μόνο επιτυχίες έχουμε να επιδείξουμε. Με εμπειρία και γνώση, παρέχουμε προστασία, φροντίδα και δίνουμε λύσεις στα εμπλεκόμενα πρόσωπα.